Μικρά Σημειώματα Φορολογίας Ασφάλεια δικαίου διοικουμένων και συνεχείς παρατάσεις της φορολογικής παραγραφής. Στόχευση ελέγχου σε παρόντες χρόνους.

Ασφάλεια δικαίου διοικουμένων και συνεχείς παρατάσεις της φορολογικής παραγραφής. Στόχευση ελέγχου σε παρόντες χρόνους. 

του Δημήτρη Σταματόπουλου
Συγγραφέα Φορολογικού Δικαίου
τ. Γενικού Διευθυντή φορολογίας
Διδάκτωρ Παντείου Πανεπιστημίου

Κάθε τέτοια εποχή (Νοέμβριος - Δεκέμβριος) ένα από τα αγαπημένα θέματα που τρέχουν στην οικονομική επικαιρότητα έχει να κάνει με την παραγραφή του δικαιώματος του Δημοσίου προς έλεγχο.

Τίτλους σαν τους παρακάτω θα έχουμε όλοι διαβάσει:

Ταυτόχρονα κάποιοι βουλευτές θα καταθέσουν ερωτήσεις στη Βουλή ΄"για τον κίνδυνο παραγραφής μεγάλων υποθέσεων που μπορεί να οδηγήσουν στη συγκάλυψη πολιτικών προσώπων ή οικονομικών ολιγαρχών" κ.λπ.

Ανατροφοδοτείται το σύστημα της δημοσιότητας, οι πολίτες θεωρούν ότι «κάτι κρύβεται», οι εφοριακοί θορυβούνται ότι είναι δυνατόν να μείνουν υποθέσεις ανέλεγκτες και να βρεθούν κατηγορούμενοι και ζητάνε - πιέζουν για τη θέσπιση διατάξεων για παράταση παραγραφής και ως συνήθως ο Υπουργός καταλήγει και δίνει εντολή για σύνταξη διάταξης και προώθησή της στη Βουλή με θέμα την «χρονική παράταση της παραγραφής».

Εάν κάποιος ειδήμων αναφέρει θεμελιωμένα ότι με αυτό τον τρόπο δεν τηρείται η αρχή της ασφάλειας του δικαίου, δεν παρέχεται ασφάλεια δικαίου και δεν προστατεύεται η εμπιστοσύνη του διοικούμενου που προβλέπεται από το Σύνταγμα και τη νομολογία του ΔΕΕ (Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης) και του ΕΔΔΑ (Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Δικαιωμάτων του Ανθρώπου), ότι δεν διαμορφώνεται κλίμα εμπιστοσύνης, ότι δεν ευνοείται το επενδυτικό κλίμα και πολλά ακόμα, εισπράττει την συμπάθεια ή και την εκτίμηση αυτού που τον ακούει, αλλά η παράταση εντέλει θεσπίζεται.

Αποτέλεσμα αυτής της θέσπισης είναι στη συνέχεια να τρέχουν στη δημοσιότητα αντίθετα τώρα θέματα, αλλά ορθά κατά την άποψη μου, για το αναξιόπιστο κράτος και για τη μη ασφάλεια δικαίου κ.λπ..

Διαπιστώνουμε όλοι ότι οι βεβαιώσεις φόρων στα πολύ παρελθόντα έτη έχουν πολύ χαμηλή εισπραξιμότητα, ότι διογκώνονται συνεχώς τα ανείσπρακτα ποσά από βεβαιωθέντες φόρους και πρόστιμα, ακούμε να αλλάζουν Διευθυντές μεγάλων μονάδων γιατί δεν πέτυχαν τους στόχους της είσπραξης (ενώ πέτυχαν τους στόχους της βεβαίωσης), αυξάνονται μαθηματικά οι εκκρεμούσες υποθέσεις στα δικαστήρια, ξέρουμε ότι πτωχεύουν κάποιες επιχειρήσεις από όλα αυτά και το σύστημα ανατροφοδοτούμενο κυκλικά συνεχίζει να παράγει τα ίδια αποτελέσματα.

Οι επιχειρήσεις και εν γένει οι φορολογούμενοι, μου αρέσει να λέω, πρέπει να ελέγχονται «όταν βρίσκονται στην ανθοφορία τους», όταν παράγουν τα κέρδη και έχουν τη δυνατότητα να καταβάλουν τους αναλογούντες φόρους και το όλο πλέγμα της πορείας των ελέγχων να οδηγεί αυτόματα στην σταδιακή ένταξη του «αφανούς» τμήματος της οικονομίας στην «εμφανή» οικονομία.

Το 2010 το Υπουργείο Οικονομικών άλλαξε φιλοσοφία «από το ελέγχονται όλοι» και πέρασε στον «έλεγχο μέσω δείγματος με ανάλυση κινδύνου». Τη φιλοσοφία αυτή, που είναι βέβαια νομοθετικά ρυθμισμένη, συνεχίζει να την εφαρμόζει το Υπουργείο και κατ΄ επέκταση η ΓΓΔΕ με συνεχή βελτίωση, αφού δημιουργείται συνεχώς νέος πλούτος πληροφοριών και δεδομένων από την ηλεκτρονική καταγραφή και διασταύρωσή τους.

Όταν όμως συνεχίζουμε να ελέγχουμε υποθέσεις μέσω συνεχών παρατάσεων της παραγραφής (από το 2000), αν και είναι πολύ πιθανό στα τόσο παλαιά έτη να βρεθεί φοροδιαφυγή, είναι εξίσου πιθανό, όμως, ότι «πλέον δεν υπάρχει ταμείο» και δεν δημιουργείται τελικό ουσιαστικό αποτέλεσμα για κανέναν. Με αυτό τον τρόπο οι ελεγκτικές δυνάμεις αναλώνονται συνεχώς στο παρελθόν χάνοντας δυνάμεις στο παρόν και συνεχώς το σύστημα ελέγχου βρίσκεται «εκτός του κρίσιμου χρόνου».