Ελληνική Ένωση Τραπεζών Εξωδικαστικός μηχανισμός ρύθμισης οφειλών επιχειρήσεων – Παρατηρήσεις στο σχέδιο νόμου

Κυρία Πρόεδρε,

Κυρίες και Κύριοι,

Καλησπέρα σας και Χρόνια Πολλά, 

Ευχαριστούμε πολύ για την ευκαιρία που μας δίνετε να παρουσιάσουμε τις απόψεις μας σε ένα τόσο κρίσιμο νομοσχέδιο για την πορεία του Τραπεζικού συστήματος και την αποτελεσματική διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Με συνοδεύουν οι συνάδελφοί μου :

1. κ. Καλαντώνης Θεόδωρος, Πρόεδρος της Συντονιστικής Επιτροπής Διαχείρισης Προβληματικών Δανείων της ΕΕΤ, και Αναπληρωτής Διευθύνων Σύμβουλος Troubled Assets Group της Τράπεζας Eurobank Ergasias.

2. κ. Παπασπύρου Σπυρίδων, Πρόεδρος της Εκτελεστικής Επιτροπής της ΕΕΤ, και Ανώτερος Γενικός Διευθυντής της Τράπεζας Πειραιώς.

3. κα Απαλαγάκη Χαρούλα, Γενική Γραμματέας της ΕΕΤ.

Ωστόσο έχουμε διατυπώσει, με συνέπεια τις ακόλουθες παρατηρήσεις που τις θεωρούμε κρίσιμες και καθοριστικές για την επιτυχία του θεσμού.

1. Πεδίο εφαρμογής. Ο νόμος πρέπει να αφορά αποκλειστικά και μόνο επιχειρηματικές και όχι ατομικές οφειλές των ατομικών επιχειρήσεων (λ.χ. από στεγαστικό). Για τις ατομικές οφειλές υπάρχουν πολλά τραπεζικά προϊόντα σε διμερή βάση. Το κέντρο βάρους του νόμου πρέπει να είναι η διαφύλαξη της επιχειρηματικότητας.

2. Ελάχιστο ύψος οφειλών. Η ΕΕΤ είχε ζητήσει το ελάχιστο όριο των οφειλών να ξεκινά από τις 150.000 ευρώ. Το μειώσαμε σε € 50.000. Για λόγους πρακτικούς, λειτουργικούς και αποτελεσματικότητας. Υπάρχει ο βάσιμος φόβος ότι το σύστημα θα επιβαρυνθεί υπέρμετρα με χαμηλότερες των 50.000 οφειλές, ακόμη και εάν αυτές, μεταξύ € 20.000 – 50.000, υπαχθούν σε αυτοματοποιημένη διαδικασία.

3. Κατάργηση της δικαστικής διαδικασίας επικύρωσης. Είμαστε απόλυτα αντίθετοι με την παρεμβολή δικαστικής διαδικασίας επικύρωσης της συμφωνίας αναδιάρθρωσης. Οι δανειστές, που θίγονται και δεν συναινούν στην εξωδικαστική διαδικασία θα μπορούν να ασκήσουν τριτανακοπή, μετά την επικύρωση, άρα προστατεύονται.

Η δικαστική επικύρωση σημαίνει καθυστέρηση 18 τουλάχιστον μηνών, γιατί οι 5 μήνες που προβλέπει ο νόμος δεν θα τηρηθούν στην πράξη, από τα ήδη υπερφορτωμένα δικαστήρια.

Επικαλούμαι το κακό προηγούμενο του ν. 3869/2010 (γνωστού ως νόμου Κατσέλη), για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά. Εκκρεμούν 155.000 αιτήσεις και κάποιες από αυτές έχουν προσδιοριστεί για το 2032

4. Η ηλεκτρονική υποβολή των αιτήσεων θα πρέπει να τεθεί σε εφαρμογή την ίδια ημέρα που θα αρχίσει να ισχύει ο νόμος και να μην υποβληθεί ούτε μία αίτηση γραπτά. Υπάρχουν δεκάδες χιλιάδες ατομικές επιχειρήσεις και εταιρείες, που μπορούν να υπαχθούν στο νόμο.

Για να λειτουργήσει στην πράξη ο νόμος θα πρέπει από την πρώτη μέρα που θα αρχίσει να ισχύει οι αιτήσεις και τα δικαιολογητικά να υποβάλλονται ηλεκτρονικά και να περιορίσουμε τη γραφειοκρατία, έχοντας ένα σύστημα που θα επιτρέπει την ηλεκτρονική συλλογή στοιχείων.

5. Η αναστολή που προβλέπεται για το χρόνο από την υποβολή της αιτήσεως, μέχρι την έκδοση δικαστικής αποφάσεως, και αφορά τον Κώδικα Δεοντολογίας της ΤτΕ πρέπει να καταργηθεί, διότι  η αναστολή θα ευνοήσει τη δημιουργία περαιτέρω οφειλών και θα ενθαρρύνει τη δημιουργία στρατηγικών κακοπληρωτών.

Τις απόψεις μας αυτές εκθέτουμε αναλυτικά στο συνημμένο υπόμνημα, το οποίο και σας καταθέτω.

Καταληκτικά, θα ήθελα για λογαριασμό της ΕΕΤ να επισημάνω ότι, μας δίνεται με το σχέδιο Νόμου η ευκαιρία να διαχειριστούμε αποτελεσματικά τα συσσωρευμένα κατά τη διάρκεια της κρίσης κόκκινα επιχειρηματικά δάνεια και να ανακουφίσουμε την οικονομία και χιλιάδες δανειολήπτες που θα θέλουν να κάνουν ένα νέο ξεκίνημα, να έχουν μια δεύτερη ευκαιρία.

Ωστόσο, εάν οι κομβικές παρατηρήσεις που μόλις ανέφερα καθώς και οι λεπτομερείς επισημάνσεις και προτάσεις που συμπεριλαμβάνονται στο υπόμνημα, δεν ληφθούν υπόψη κατά την τελική διατύπωση των κρίσιμων διατάξεων, ο εξωδικαστικός συμβιβασμός φοβάμαι ότι  δεν θα επιτελέσει το σκοπό του και πολύ σύντομα θα πρέπει να αντικατασταθεί ή να τροποποιηθεί. 

Μέχρι, όμως, αυτό να συμβεί θα έχει χαθεί πολύτιμος χρόνος και ενδεχομένως να έχουν δημιουργηθεί μη αναστρέψιμες καταστάσεις στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, της συγκεκριμένης κατηγορίας.

Παράλληλα είναι φανερό ότι όσο δεν αντιμετωπίζονται τα κόκκινα δάνεια, τόσο γίνεται δύσκολη η χρηματοδότηση της οικονομίας από το ελληνικό τραπεζικό σύστημα και ο υγιής ανταγωνισμός, καθώς και η ενίσχυση της εμπιστοσύνης στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα.