Δέκα προτάσεις για αύξηση των Ελληνικών εξαγωγών στη Γερμανία καταγράφονται στο ενημερωτικό έγγραφο του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων του Προξενείου της Ελλάδος στο Ντύσσελντορφ, με θέμα: «ο τομέας τροφίμων και ποτών στη Γερμανία».
Όπως σημειώνεται, εξαιτίας της τρέχουσας κρίσης παρατηρήθηκε από την περασμένη άνοιξη μια αλλαγή της καταναλωτικής συμπεριφοράς των Γερμανών. Συγκεκριμένα, στράφηκαν σε υγιεινότερες επιλογές και κυρίως σε φρούτα, ενώ άνοδο άρχισε να σημειώνει και η ζήτηση βιολογικών προϊόντων.
Η τάση αυτή που προβλέπεται να συνεχιστεί και να αυξηθεί στο μέλλον καθώς και η δυναμική που αναπτύσσει το ηλεκτρονικό εμπόριο είναι στοιχεία τα οποία θα πρέπει να αξιοποιήσουν οι εξαγωγείς μας.
Υπενθυμίζεται ότι τα τελευταία δέκα χρόνια οι ελληνικές εξαγωγές τροφίμων στη Γερμανία αυξάνονται συνεχώς.
Το 2020 η Ελλάδα εξήγε τρόφιμα και ποτά αξίας 845,6 εκατ. ευρώ από 771 εκατ. ευρώ που σημαίνει αύξηση κατά 74,6 εκατ. ευρώ ή ποσοστό 9,6%.
Οι δέκα πρώτες εξαχθείσες κατηγορίες προϊόντων το 2020 ήταν γαλακτοκομικά, παρασκευάσματα λαχανικών και φρούτων, φρούτα, ποτά, είδη αρτοποιίας, λαχανικά, διάφορα τρόφιμα, ιχθυηρά, ζαχαρώδη και προϊόντα κρέατος, ιχθυηρών κλπ.
Οι 4 πρώτες κατηγορίες προϊόντων αντιστοιχούν στα 3⁄4 των συνολικών ελληνικών εξαγωγών τροφίμων και ποτών στη Γερμανία.
Το 2020 μεγαλύτερη αύξηση στις εξαγωγές από την Ελλάδα προς τη Γερμανία υπήρξε στα: φρούτα, έλαια, γαλακτοκομικά, λαχανικά και στα παρασκευάσματα φρούτων και λαχανικών.
Αντίθετα, μείωση ποσοστού 7,6% σημειώθηκε στα αλκοολούχα (69,942 εκ. από 75,767), γεγονός που οφείλεται στη μη λειτουργία των εστιατορίων το μεγαλύτερο μέρος του έτους εξαιτίας της πανδημίας. Τη μεγαλύτερη μείωση είχαν οι εξαγωγές οίνου (19,567 εκ. από 27,467 εκ. το 2019), ενώ αύξηση σημειώθηκε στα υπόλοιπα αλκοολούχα ποτά (38,514 εκ. από 35,780 το 2019).
Οι γερμανικές εξαγωγές στην Ελλάδα
To 2020 οι γερμανικές εξαγωγές τροφίμων και ποτών προς την Ελλάδα ανήλθαν σε 705,566 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας μείωση 6,3% σε σύγκριση με το 2019, οπότε είχαν ανέλθει σε 753,041 εκατ. ευρώ.
Τα κυριότερα προϊόντα που εξάγει η Γερμανία στη χώρα μας είναι σταθερά τα γαλακτοκομικά και το κρέας, που από κοινού αντιστοιχούν σε πάνω από 50% των συνολικών γερμανικών εξαγωγών.
Και το 2020 η κυριότερη κατηγορία εισαγόμενων στην Ελλάδα γερμανικών προϊόντων ήταν τα γαλακτοκομικά, η αξία των οποίων ανήλθε σε 236,361 εκ. ευρώ από 228,630 εκ. ευρώ το 2019, που συνιστά αύξηση κατά 7,7%. Αντίθετα, στις εισαγωγές κρέατος σημειώθηκε μείωση ποσοστού 20,53%, καθώς η αξία τους μειώθηκε σε 130,3 εκ. ευρώ από 164,090 εκ. ευρώ ένα έτος νωρίτερα.
Εμπορικό ισοζύγιο
Το 2020 ο συνολικό όγκος του διμερούς εμπορίου τροφίμων και ποτών Ελλάδας-Γερμανία ανήλθε σε 1,55 δις ευρώ από 1,34 δις το 2019, σημειώνοντας αύξηση ποσοστού 13,26%.
Το εμπορικό ισοζύγιο ήταν για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά πλεονασματικό για την Ελλάδα κατά +140 εκ. ευρώ. Πριν από τα έτη 2019 και 2020 μόνο το 2016 υπήρξε πλεονασματικό ισοζύγιο για την Ελλάδα στο διμερές εμπόριο τροφίμων και ποτών.
Τα προβλήματα των Ελληνικών εξαγωγών στη Γερμανία
Είναι γνωστό, ότι τα τελευταία 20-30 χρόνια έγιναν σοβαρές προσπάθειες από πολλούς τους Έλληνες παραγωγούς τροφίμων και οινοπαραγωγούς προς την κατεύθυνση της αναβάθμισης της ποιότητας των ελληνικών προϊόντων γαστρονομίας. Οι Έλληνες παραγωγοί επένδυσαν στον εκσυγχρονισμό των μονάδων τους, έδωσαν ιδιαίτερη σημασία στην ποιότητα του προϊόντος τους αλλά και στη συσκευασία, με αποτέλεσμα τα ελληνικά προϊόντα να μπορούν να ανταγωνιστούν τα προϊόντα των χωρών, που είναι εδώ και χρόνια brand name ως χώρες στον συγκεκριμένο τομέα.
Οι ελληνικές εξαγωγές κατευθύνονται σε χώρες με έντονο το ελληνικό στοιχείο (Γερμανία, ΗΠΑ, Καναδάς, Αυστραλία). Στις περισσότερες περιπτώσεις οι εισαγωγείς είναι ομογενείς χονδρέμποροι και ο μεγαλύτερος όγκος του προϊόντος αγοράζεται από τους ομογενείς των χωρών αυτών, καθώς και από τα εκεί ελληνικά εστιατόρια.
Ενδεικτικά, κάποια από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα ελληνικά προϊόντα στη γερμανική αγορά είναι:
Tο γεγονός ότι, εκτός ελάχιστων εξαιρέσεων, το επίπεδο των ελληνικών εστιατορίων παραμένει πολύ χαμηλό σε σύγκριση με την ανταγωνίστρια Ιταλία, τόσο ως προς το μενού, όσο και προς τους παράγοντες στήσιμο/διακόσμηση/ατμόσφαιρα, δε βοηθάει στην προώθηση των ποιοτικών ελληνικών τροφίμων και οίνων. Τη στιγμή, που υπάρχουν δημοσιεύματα στον γερμανικό τύπο (πρόσφατα στο έγκυρο περιοδικό Der Spiegel), τα οποία εκθειάζουν την γαστρονομική σκηνή της Αθήνας, τίποτα αντίστοιχο δυστυχώς δεν υπάρχει στη Γερμανία.
Επιπλέον, το γεγονός ότι στα περισσότερα τουριστικά μέρη της Ελλάδας δεν έχει γίνει εκτενώς πιστοποίηση εστιατορίων, κάτι που θα οδηγούσε και στην εκ των πραγμάτων αναβάθμιση του μενού και της κάβας τους, έχει ως αποτέλεσμα η επαφή του μέσου Γερμανού τουρίστα με την ελληνική κουζίνα και τον ελληνικό οίνο να μην αφήνει τις καλύτερες δυνατές εντυπώσεις. Έτσι, τουρίστες που θα μπορούσαν να είναι δυνητικοί αγοραστές ελληνικών προϊόντων και κρασιού άμα τη επιστροφή στη χώρα τους, δεν αναζητούν τελικά το ελληνικό προϊόν στη γερμανική αγορά, όπως συμβαίνει με αυτό των ανταγωνιστριών χωρών.
Όπως είναι ευρέως γνωστό στους γνώστες της λειτουργίας της γερμανικής αγοράς, για να μπορέσει να διατεθεί ένα προϊόν σε υψηλότερη τιμή, θα πρέπει αυτή να δικαιολογείται πλήρως από την ποιότητά του, δεδομένου και του πολύ μεγάλου ανταγωνισμού που έχουν οι ελληνικοί οίνοι σε μια τόσο ανοιχτή αγορά όσο η γερμανική, όπου στα εισαγόμενα κρασιά κυριαρχούν χώρες με πολύ ισχυρό brand name (Ιταλία και Γαλλία).
Έλλειψη εξαγωγικής στρατηγικής και marketing, που αποτελούν χρόνια προβλήματα των ελληνικών εξαγωγών. Σε αγορές με πολύ μεγάλο αριθμό προϊόντων και έντονο ανταγωνισμό, όπως η γερμανική, είναι απαραίτητη η ύπαρξη στρατηγικής εκ μέρους του εξαγωγέα. Οι εταιρείες που διαθέτουν ειδικευμένους διευθυντές εξαγωγών έχουν πολύ καλύτερες εξαγωγικές επιδόσεις από όσες δεν έχουν. Επίσης, λόγω του μεγάλου ανταγωνισμού χρειάζεται σαφής στρατηγική marketing, ώστε να πειστούν οι Γερμανοί εισαγωγείς για την πιθανότητα επιτυχίας του προϊόντος σε μια τόσο ανταγωνιστική αγορά.
Μικρές παραγόμενες ποσότητες, με αποτέλεσμα να μην μπορεί να καλυφθεί η ζήτηση από μεγάλες αλυσίδες γερμανικών super markets.
Προτάσεις
Στο ενημερωτικό έγγραφο σημειώνονται κάποιες προτάσεις για τη βελτίωση της εικόνας και την άνοδο των εξαγωγών ελληνικών και ιδιαίτερα κρητικών τροφίμων και ποτών στη Γερμανία:
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ