Στο 65,5% ανέρχεται το ποσοστό των επιχειρήσεων που πραγματοποίησαν δραστηριότητες καινοτομίας στην Ελλάδα, σύμφωνα με τα τελικά αποτελέσματα της πανελλήνιας έρευνας για την καινοτομία στις ελληνικές επιχειρήσεις, με περίοδο αναφοράς την τριετία 2020-2022, τα οποία δημοσίευσε το Εθνικό Κέντρο Τεκμηρίωσης και Ηλεκτρονικού Περιεχομένου (ΕΚΤ).
Υπενθυμίζεται από το ΕΚΤ, ότι η έρευνα καταγράφει τις καινοτομικές δραστηριότητες των επιχειρήσεων (καινοτομικά ενεργές επιχειρήσεις), τα αποτελέσματα των δραστηριοτήτων αυτών σε νέα ή βελτιωμένα προϊόντα ή επιχειρησιακές διαδικασίες (καινοτόμες επιχειρήσεις), ενώ τα προφίλ καινοτομίας διερευνούν τον τρόπο με τον οποίο οι επιχειρήσεις καινοτομούν.
Τα στατιστικά στοιχεία έχουν αποσταλεί από το ΕΚΤ στη Eurostat, στο πλαίσιο των επίσημων ευρωπαϊκών στατιστικών για την καινοτομία των επιχειρήσεων στην ΕΕ (CIS - Community Innovation Survey), και δημοσιεύονται στην έκδοση «Βασικοί δείκτες για την καινοτομία στις ελληνικές επιχειρήσεις 2020-2022» (https://metrics.ekt.gr/publications/710).
Σε ό,τι αφορά στα στοιχεία για την Ελλάδα, ο πληθυσμός της πανελλήνιας στατιστικής έρευνας CIS, που διεξήχθη το 2023 από το ΕΚΤ, ήταν οι 13.320 επιχειρήσεις που την περίοδο 2020-2022 είχαν δέκα απασχολούμενα άτομα και πάνω, σε διάφορους κλάδους οικονομικής δραστηριότητας της βιομηχανίας και των υπηρεσιών, όπως καθορίζονται από τους αντίστοιχους Ευρωπαϊκούς Κανονισμούς.
Υπενθυμίζεται ότι, το κοινό πλαίσιο μέτρησης της Eurostat και του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ) για την καινοτομία στις επιχειρήσεις υιοθετεί μια ευρύτερη θεώρηση για την καινοτομία ως δραστηριότητα και διαδικασία, αναδεικνύοντας όχι μόνο τις (λίγες) πρωτοπόρες επιχειρήσεις με τις ριζικές τεχνολογικές καινοτομίες, αλλά και τις καινοτομικές ικανότητες και τον δυναμισμό του συνολικού επιχειρηματικού περιβάλλοντος.
Τα κύρια ευρήματα
Στο πλαίσιο αυτό, σύμφωνα με το ΕΚΤ, τα κύρια ευρήματα της έρευνας συνοψίζονται ως εξής:
Το ποσοστό των 65,5% καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων την περίοδο 2020-2022 είναι μειωμένο από το 72,6% της προηγούμενης περιόδου αναφοράς (2018-2020) κατά 7,1 ποσοστιαίες μονάδες. Με βάση προκαταρκτικά στοιχεία για άλλα 19 κράτη μέλη της ΕΕ που πρόσφατα δημοσιοποιήθηκαν από τη Eurostat, η μείωση του ποσοστού αυτού είναι πανευρωπαϊκό φαινόμενο, σηματοδοτώντας μία γενική τάση. Σύμφωνα με αυτά τα στοιχεία, η Ελλάδα παραμένει πρώτη σε καινοτομία (όπως και για την περίοδο 2018-2020), με δεύτερη τη Γερμανία με ποσοστό καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων 64,2%. Αναμένεται η δημοσιοποίηση των οριστικών αποτελεσμάτων της έρευνας και για άλλες ευρωπαϊκές χώρες, ώστε να υπάρχει πληρέστερη και ενημερωμένη εικόνα της καινοτομίας στην Ευρώπη.
Τα προφίλ καινοτομίας των ελληνικών επιχειρήσεων
Αναλύοντας τον τρόπο με τον οποίο καινοτομούν οι επιχειρήσεις στην Ελλάδα, το είδος των καινοτομιών, αλλά και τους λόγους για τους οποίους δεν καινοτομούν, στην έκδοση του ΕΚΤ παρουσιάζεται το νέο σύστημα ταξινόμησης των επιχειρήσεων σε επτά προφίλ καινοτομίας που αναπτύχθηκε από τη Eurostat, με τη συνεισφορά και του ΕΚΤ.Ειδικότερα για την Ελλάδα προκύπτουν τα ακόλουθα:
Οι κλάδοι με τα υψηλότερα ποσοστά καινοτομίας
Το ποσοστό των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων διαφέρει ανά κλάδο οικονομικής δραστηριότητας, ενώ αυξάνεται όσον αυξάνεται η τάξη μεγέθους των επιχειρήσεων. Στον κλάδο της Βιομηχανίας, παρατηρείται σημαντική ετερογένεια, με το ποσοστό για το σύνολο του κλάδου να βρίσκεται στο 64,4% και αυτά των επιμέρους κλάδων να κυμαίνονται από το 47,8% έως και το 89,7%. Στις Υπηρεσίες, η εικόνα είναι πιο ομοιόμορφη, με το συνολικό ποσοστό να βρίσκεται στο 66,2% και τα επιμέρους ποσοστά να κυμαίνονται από το 59,6% έως και το 71,9%.
Υψηλά ποσοστά καινοτομίας καταγράφει ο τομέας των Τεχνολογιών Πληροφορίας και Επικοινωνιών (ΤΠΕ) με ποσοστό 74,8% στον κλάδο «Κατασκευή ηλεκτρονικών υπολογιστών, ηλεκτρονικών και οπτικών προϊόντων, κατασκευή ηλεκτρολογικού εξοπλισμού, κατασκευή μηχανημάτων και ειδών εξοπλισμού π.δ.κ.α.» και ποσοστό 71,9% στον κλάδο «Ενημέρωση και Επικοινωνία». Επίσης υψηλά ποσοστά καταγράφονται στους κλάδους της Μεταποίησης: «Παραγωγή οπτάνθρακα και προϊόντων διύλισης πετρελαίου, παραγωγή χημικών ουσιών και προϊόντων» (89,7%) και «Παραγωγή βασικών φαρμακευτικών προϊόντων και φαρμακευτικών σκευασμάτων» (74,5%).
Χρηματοδότηση και δαπάνες καινοτομίας
Οι συνολικές δαπάνες των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων για καινοτομικούς σκοπούς, για το 2022, ανέρχονται στα 3,6 δισ. ευρώ, αύξηση κατά 22,1% σε σχέση με το 2020, συνεχίζοντας την ανοδική τάση από το 2014. Οι δαπάνες αυτές επιμερίζονται κατά 52% σε δραστηριότητες Έρευνας & Ανάπτυξης και κατά 48% σε άλλες καινοτομικές δραστηριότητες.
Επιπλέον, το 20,6% των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων έχει λάβει δημόσια χρηματοδότηση για τις παραπάνω δραστηριότητες. Συγκεκριμένα, 14,1% από την Κεντρική Κυβέρνηση (12,5% μέσω ΕΣΠΑ ή Ταμείου Ανάκαμψης), 8% από τις κατά τόπους Περιφέρειες (7,5% μέσω ΕΣΠΑ), 3,1% από τα ευρωπαϊκά προγράμματα «Ορίζοντας 2020» και «Ορίζοντας Ευρώπη», και 3% μέσω άλλων ευρωπαϊκών προγραμμάτων.
Περιβαλλοντική βιωσιμότητα και καινοτομία
Τέλος, τα αποτελέσματα της έρευνας ανέδειξαν την κρισιμότητα και τη σημασία που έχουν πλέον οι παράγοντες που συνδέονται με την κλιματική αλλαγή και το περιβάλλον για τις ελληνικές επιχειρήσεις. Το 25,0% των επιχειρήσεων θεωρούν πολύ σημαντικό παράγοντα για τη λειτουργία τους τις αυξήσεις στα κόστη τους που προκύπτουν από την κλιματική αλλαγή, ενώ το 21,4% θεωρούν πολύ σημαντικές τις επιπτώσεις των ακραίων καιρικών συνθηκών.
Το 60,7% των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων δηλώνουν ότι έχουν εισαγάγει κάποια καινοτομία με περιβαλλοντικά οφέλη, με επικρατέστερο στόχο τη μείωση της κατανάλωσης ενέργειας και του αποτυπώματος διοξειδίου του άνθρακα. Τα πιο σημαντικά κίνητρα για αυτές τις καινοτομίες, είναι η βελτίωση της φήμης της επιχείρησης (για το 23,5% των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων) και η αντιμετώπιση του υψηλού κόστους ενέργειας, νερού ή/και άλλων υλικών (για το 21,6% των καινοτομικά ενεργών επιχειρήσεων).
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ